ὀκτάεδρα

ὀκτάεδρα
ὀκτάεδρον
eight-sided
neut nom/voc/acc pl
ὀκτάεδρος
eight-sided
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • διοκτάεδρο — διοκτάεδρο, το κρύσταλλος με έδρες συνενωμένες σε δύο διαφορετικά οκτάεδρα …   Dictionary of Greek

  • ουρανίτης — Ορυκτό του ουρανίου. Χημικά είναι ένα οξείδιο (UO2), που κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα σχηματίζοντας συμπαγείς μάζες (στιφρά συσσωματώματα), σπανιότερα οκτάεδρα. Ο ο. αποτελεί μια ποικιλία του ουρανινίτη (πισσουρανίτης, ουρανοπισσίτης). Έχει… …   Dictionary of Greek

  • χαλκολαμπρίτης — Oνομάζεται και χαλκοσίνης. Ορυκτός θειούχος χαλκός (Cu2S). O χ. είναι ουσία πολύ μαλακή και πολύ εύθραστη, έχει σκληρότητα 2,5 3, ειδικό βάρος 5,5 5,8 και χρώμα σιδηρόφαιο ή μολυβδόχρωμο, πάντως σκοτεινό. Κρυσταλλώνεται κατά το ρομβικό σύστημα με …   Dictionary of Greek

  • χρωμίτης — Ορυκτό που ανήκει στην ομάδα των σπινελλίων· είναι οξείδιο του σιδήηρου και του χρωμίου (FeO . Cr2O3) και κρυσταλλώνεται στο κυβικό σύστημα. Σπάνια βρίσκεται σε κρυστάλλους καλά διαμορφωμένους (οκτάεδρα), εμφανίζεται όμως γενικά σε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”